Ποια είναι τα εμπλεκόμενα μέλη και ποιες οι ψυχολογικές συνέπειες
Στο κοινωνικό αυτό φαινόμενο είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ποια είναι τα μέλη που εμπλέκονται , ώστε να αναγνωρίσουμε τις συμπεριφορές τους , εάν συμβεί , στο παιδί μας.
Α. Το παιδί που βιώνει εκφοβισμό (θύμα*)
Συνήθως το παιδί που βιώνει εκφοβισμό θα παρουσιάζει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως να διαφέρει κατά κάποιον τρόπο από τη μέση εικόνα του μαθητή είτε ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά (ύψος, βάρος, χρώμα δέρματος, κλπ.) είτε ως προς στοιχεία, όπως η θρησκεία, η εθνικότητα ή και οι σεξουαλικές του προτιμήσεις και να είναι σε μειονεκτική θέση ως προς τη δύναμη ή εξουσία σε σχέση με το παιδί που το εκφοβίζει.
Λόγω των αναίτιων επιθετικών καταστάσεων που βιώνει, θα υπάρχουν πολύ σοβαρές αρνητικές ψυχολογικές συνέπειες οι οποίες θα το επηρεάσουν, ενδεχομένως, για όλη του τη ζωή. Συνοπτικά αναφέρονται οι εξής:
χαμηλή αυτοεκτίμηση
αίσθημα απελπισίας, ντροπής
αδυναμία επίλυσης προβλημάτων
εμφάνιση μορφών κατάθλιψης
αδυναμία εκδήλωσης συναισθημάτων ή έντονα συναισθηματικά ξεσπάσματα
αίσθημα μοναξιάς
τάση για απομόνωση
χαμηλές σχολικές επιδόσεις και αδικαιολόγητες απουσίες
άγχος, φοβίες, ανασφάλειες
ψυχολογικά/ψυχοσωματικά προβλήματα (πονοκέφαλοι, κοιλιακά άλγη κ.λπ.)
ενούρηση, διαταραχές ύπνου
να δαγκώνει τα νύχια του
να έχει απώλεια όρεξης
Β. Το παιδί που εκφοβίζει (θύτης*)
Συνήθως τα παιδιά που εκφοβίζουν διακρίνονται για την αντικοινωνική τους συμπεριφορά και την τάση τους προς την παραβατικότητα. Κατά τη σχολική τους ζωή συνήθως δεν έχουν καλή επίδοση στα μαθήματα, ενώ δημιουργούν προβλήματα την ώρα των μαθημάτων και αρέσκονται να προκαλούν τους εκπαιδευτικούς με τη συμπεριφορά τους. Γενικά στοιχεία που διακρίνουν το παιδί που εκφοβίζει είναι τα εξής :
Διακατέχεται από την ανάγκη για κυριαρχία και επιβολή της εξουσίας του σε
άλλους
Εκδηλώνει αδυναμία ελέγχου παρορμήσεων και έλλειψη αίσθησης του μέτρου
Εμφανίζει μειωμένη ικανότητα αυτοελέγχου
Διακρίνεται για την αδυναμία του ως προς την τήρηση κανόνων και ορίων
Έχει διογκωμένη αντίληψη για τον εαυτό του και απόλυτη έλλειψη
ενσυναίσθησης (empathy)
Αισθάνεται ασυνήθιστα χαμηλό άγχος
Δυσκολεύεται στη διαλεκτική επίλυση των διαφορών του και στη διαχείριση
της επιθετικότητάς του
Επιδεικνύει εχθρότητα απέναντι στο περιβάλλον του, ιδιαίτερα απέναντι σε
γονείς και εκπαιδευτικούς
Δεν έχει ιδιαίτερα μεγάλη δημοτικότητα, ενώ αυτή φθίνει καθώς προσχωρά στις
εκπαιδευτικές βαθμίδες
Του αρέσει να περιβάλλεται από άλλους συμμαθητές του οι οποίοι το θεωρούν
αρχηγό τους
* Οι όροι θύμα και θύτης ,δεν είναι δόκιμοι όροι , όμως μας βοηθούν πολλές φορές . λόγω συντομίας , όταν συζητάμε για το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού.
Γ. Τα παιδιά θεατές
Τα παιδιά θεατές παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στα περιστατικά σχολικού εκφοβισμού, ενώ ανάλογα με τη στάση που κρατούν, διευκολύνουν ή λειτουργούν ανασταλτικά στην επανεμφάνιση παρόμοιων περιστατικών. Τα παιδιά θεατές ανάλογα με τη στάση που κρατούν, κατά τη διάπραξη περιστατικών σχολικής βίας, διακρίνονται στις εξής κατηγορίες:
Αυτά που απομακρύνονται, όταν εκδηλώνονται περιστατικά σχολικού
εκφοβισμού, προκειμένου να μην παρέμβουν ή παραμένουν ουδέτεροι
παρατηρητές των επεισοδίων (οι παρατηρητές)
Αυτά που υποστηρίζουν τον δράστη και υποκινούν την εμπλοκή άλλων μαθητών
σε επεισόδια θυματοποίησης (οι βοηθοί του δράστη)
Αυτά που γελούν και παροτρύνουν τον δράστη για τον λόγο ότι συγκλίνουν με τη
δική του συμπεριφορά ή κατά κάποιον τρόπο θαυμάζουν τον εκφοβιστή (οι
ενισχυτές).
Αυτά που παρεμβαίνουν, προκειμένου να σταματήσουν τους εκφοβιστές και
παρέχουν άμεση ή έμμεση υποστήριξη στο θύμα (υπερασπιστές θύματος).
Τα παιδιά- θεατές πολλές φορές , αναλόγως τη στάση που θα κρατήσουν , παρουσιάζουν διακυμάνσεις στην ψυχολογία τους και στη συμπεριφορά τους. Οι υπερασπιστές του θύματος , κάποιες φορές , έχουν αυξημένο άγχος για το αν θα πρέπει να απευθυνθούν σε κάποιον μεγαλύτερο για αυτό που συμβαίνει και στεναχωριούνται για τον συμμαθητή τους. Οι βοηθοί του δράστη και οι ενισχυτές του , παρουσιάζουν παρόμοια ψυχολογία με αυτόν που εκφοβίζει , σε μικρότερο βαθμό.
Το υλικό αντλήθηκε από το Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου – Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου